παλαμάομαι (=κάμνω, μηχανεύομαι)

Θεοδώρα Μονεμβασίτη

«μηδὲν μηχανᾶσθαι δυνάμενος»
ἀπάλαμνος
παλαμάομαι (=κάμνω, μηχανεύομαι)
Ἔργα καὶ Ἡμέραι 20 Ησίοδος
Οὐκ ἄρα μοῦνον ἔην Ἐρίδων γένος, ἀλλ᾽ ἐπὶ γαῖαν
εἰσὶ δύω· τὴν μέν κεν ἐπαινήσειε νοήσας,
ἡ δ᾽ ἐπιμωμητή· διὰ δ᾽ ἄνδιχα θυμὸν ἔχουσιν.
ἡ μὲν γὰρ πόλεμόν τε κακὸν καὶ δῆριν ὀφέλλει,
σχετλίη· οὔ τις τήν γε φιλεῖ βροτός, ἀλλ᾽ ὑπ᾽ ἀνάγκης
ἀθανάτων βουλῇσιν Ἔριν τιμῶσι βαρεῖαν.
τὴν δ᾽ ἑτέρην προτέρην μὲν ἐγείνατο Νὺξ ἐρεβεννή, θῆκε δέ μιν Κρονίδης ὑψίζυγος αἰθέρι ναίων γαίης τ᾽ ἐν ῥίζῃσι καὶ ἀνδράσι πολλὸν ἀμείνω· 20 ἥ τε καὶ ἀπάλαμόν περ ὁμῶς ἐπὶ ἔργον ἔγειρεν·εἰς ἕτερον γάρ τίς τε ἴδεν ἔργοιο χατίζων πλούσιον, ὃς σπεύδει μὲν ἀρόμεναι ἠδὲ φυτεύειν οἶκόν τ᾽ εὖ θέσθαι, ζηλοῖ δέ τε γείτονα γείτων εἰς ἄφενος σπεύδοντ᾽· ἀγαθὴ δ᾽ Ἔρις ἥδε βροτοῖσιν. (112 λέξεις)
Της Έριδας γένος δεν υπάρχει ένα μονάχα, μα πάνω στη γη είναι δυο. Τη μια όποιος την ένιωσε θα την επαινούσε, μα η άλλη αξιόμεμπτη είναι. Κι αντίθετες έχουν μεταξύ τους καρδιές.
Η μια προάγει τον κακό τον πόλεμο και τη φιλονικία, η άθλια. Θνητός κανένας δεν την αγαπά, μα εξ ανάγκης,
με των αθάνατων θεών τη θέληση, την επαχθή την Έριδα οι άνθρωποι τιμούν.
Όμως την άλλη η ζοφερή η Νύχτα νωρίτερα τη γέννησε, κι ο γιος του Κρόνου, που ᾽χει το θρόνο του ψηλά και στον αιθέρα κατοικεί, στης γης τα θεμέλια την τοποθέτησε, πολύ καλύτερη για τους ανθρώπους.
Αυτή και τον ανίκανο τον ξεσηκώνει για δουλειά:
ζηλεύει ο άεργος σαν βλέπει τον άλλο που ᾽ναι πλούσιος,
που δείχνει τη σπουδή του στο όργωμα, το φύτεμα
και την καλή διακυβέρνηση του οίκου του.
Ο γείτονας το γείτονα ζηλεύει που σπεύδει να πλουτίσει. Κι είναι αγαθή η Έριδα αυτή για τους θνητούς. (153 λέξεις)
  • Μου αρέσει!

  • Απάντηση
  • Κοινοποίηση
  • Τροποποιήθηκε
Θεοδώρα Μονεμβασίτη

Για να πούμε αυτό που έλεγαν με 112 λέξεις, θέλουμε 153 λέξεις.