Νο-234 “Μιλάει ο Κοσμάς Καλόμαλλος”

για το έργο

“Μιλάει ο Κοσμάς Καλόμαλλος” Νο-234 Αποτιμήθηκε στα 50Ε και συνοδεύεται από: Το σχέδιο του έργου, το βιβλίο – κατάλογο του καλλιτέχνη, και το πιστοποιητικό γνησιότητας του έργου.
Για άλλες πληροφορίες στην ηλν/κη διεύθυνση: [email protected]


Μιλάει ο Κοσμάς Καλόμαλλος
Αυτή είναι μια αληθινή ιστορία. Ξομπλιασμένη μα αληθινή.

1944. Οι κατακτητές είχανε για καλά καταπατήσει τον τόπο. Οι πατριώτες είχανε πάρει τα βουνά. Οι στρατεύσεις γίνονταν με τρόπο που σήμερα θα τον λέγαμε απρεπή. Ανάρμοστο.  Για τότε ήταν απλώς ένας τρόπος. Αδερφός στράτευε τον αδερφό, ο φίλος τον φίλο, ο γείτονας τον γείτονα. Για τους ανυποψίαστους, τους πολλούς, το στρατόπεδο οι ιδέες και η παράταξη έρχονταν σε… τρίτη μοίρα!
Μιλάει ο Κοσμάς Καλόμαλλος, συμπληρώνω εγώ.
κ.Β.
— Μου είπε έλα. Παλεύουμε για έναν σπουδαίο σκοπό. Ιερό.
Δεν άκουσα το σκοπό. Ακουσα το Ιερό και το σπουδαίο.
Πήγα και βρέθηκα στο βουνό, και σκότωνα ανθρώπους κι έκλεβα ζα και βιός κάποιων που ήταν όσο κι εμείς αδικημένοι.
Ίσαμε που μία των ημερών τ’ αποφάσισα κι έσφαξα άναντρα στον ύπνο του τον καθοδηγητή μου.
Μάζεψα γρήγορα κλεφτά ό,τι μπορούσε να φανεί χρήσιμο, χάθηκα στα ρουμάνια. Τράβαγα βόρεια κοίταζα κι είχα τ’ αστέρια οδηγό. Ήξερα μπορεί να μη γλιτώσω. Τι μπορεί δηλαδής… Τώρα είχα τρείς οχτρούς. Τους Γερμανοιταλούς, τους δικούς μου και τους άλλους. Έτρεχα σα τρελός. Αγρίμι. Σώπα έλεγα και μη καθυστεράς πουθενά. Τρέχα. Κι έκανα κουράγιο και όλο μακρυνόμουν. Έλεγα συνέχεια πατερημά και κυριελέησο. Μετάνιωνα. Ζήταγα συχώρεση και βοήθεια. Καβάλησα το διάσελο του Χαμίτη, κοντά δέκα χιλιόμετρα δρόμο είχα κάνει, είπα δες, με αγαπάει ο Θεός. Ξαπόστασα μιά στάλα μόνο. Να ξεπριστούνε τα πόδια λίγο. Σηκώθηκα μ’ ελπίδα. Να συνεχίσω πήγα. Με τουφεκίσαν από μακριά. Πέρασα στο τίποτα. Ανώνυμος κι άκλαφτος όπως πολλοί πατριώτες.