Νο-415 “Το καραβάκι τ’ Οδυσσέα”

για το έργο

 

…είπε στην ελιά της αυλής:

Μόλις που πήρε να χαράζει, βρήκε η ροδοδάχτυλη αυγή τ’ Ομήρου την Πηνελόπη πλανταμένη.
Όσο κι αν εχαϊδεύτηκε μονάχη της τη νύχτα, όσο κι αν εμούσκεψε με πόθο τα λινά τα βασιλικά της τα σιντόνια, τίποτις.
Πήρε κι εντύθηκεν το πάλευκο και σκεδόν εκατρακύλισε στην αμμούδα την Ιθακιώτικη.
Έπεσε στο νερό να ξεπλαντάξει. Λούστηκε την αρμύρα και την καθαρότη του Ιόνιου. Απέ, εξάπλωσε κατάχαμα και σφάλισε τα μάτια.
Ήτονε νιά η δύσμοιρη. Νιά και ζουμερή όσο τα ροδάκινα του Σετέμπρη. Νια και αντροπεινασμένη.
—————-
Απόβραδο ήτον κι εμήνυσε να κοπιάσει στην κάμαρή της ο Τηλέμαχος.
-Μήνυμα έχω από τον κύρη σου.
Εκαταξαφνιάστει ο μικρός με μάτια πελώρια της αγωνίας ερώτησε.
-Τι Πότε Πώς…
-Μήνυμα μου έστειλε με γλάρο από τα ξένα. Είπε κι έβγανε από τ’ αρμάρι ένα ξύλινο τόσο δα κλαδάκι όμορφα ξομπλιασμένο.
-Να εδώ. Κοίτα.
Και κόλλησε του παιδιού η ματιά πα στ’ αποκλάδι το ελίσιο, μα τίποτα δεν ενόγαε.
– Με της ψυχής τα μάτια κοίτα. Μόνο μ’ αυτά διαβάζεις τέτοια λόγια.
Κοίταζε επίμονα το παιδί, μα Τίποτα.
-Να το σκαρί να και ο κύρης σου Τηλέμαχε.
Παλεύει κι όπου να ‘ναι θα φανεί. Εσύ μονάχα κοίταξε γρήγορα να μεστώσεις. Και πήρε στα χέρια της το κλαδάκι κι όλο σέβας του το ενεχείρησε δίνοντας φιλί γλυκό της μάνας.
Σαν έμεινε πάλε μόνη, πήγε σιγανά στο παραθύρι, έσκυψε και είπε στην ελιά της αυλής:
-Ευχαριστώ.
Εσένα, τον Όμηρο-Οδυσσέα, και τους Θεούς που δώρα δίνουν.
Δώρα που δίχως τους, δεν νταγιαντιέται η ζωή.
Δεν μπορεί παρά σα σήμερα θα ‘ταν.


“Το καραβάκι τ’ Οδυσσέα” Νο-415 Αποτιμήθηκε στα 110Ε και συνοδεύεται από: Το σχέδιο του έργου, το βιβλίο – κατάλογο του καλλιτέχνη, και το πιστοποιητικό γνησιότητας του έργου.
Για άλλες πληροφορίες στην ηλν/κη διεύθυνση: [email protected] ή στο Messenger